Πρίσκιλλα

Définition, traduction, prononciation, anagramme et synonyme sur le dictionnaire libre Wiktionnaire.

Grec ancien[modifier le wikicode]

Étymologie[modifier le wikicode]

Du latin Priscilla.

Nom propre [modifier le wikicode]

Cas Singulier
Nominatif Πρίσκιλλα
Vocatif   Πρίσκιλλα
Accusatif τὴν Πρίσκιλλαν
Génitif τῆς Πρίσκιλλης
Datif τῇ Πρίσκιλλᾳ

Πρίσκιλλα, Prískilla *\ˈpri.ski.lːa\ féminin

  1. Nom féminin, Priscille.
    • καὶ εὑρών τινα Ἰουδαῖον ὀνόματι Ἀκύλαν, Ποντικὸν τῷ γένει, προσφάτως ἐληλυθότα ἀπὸ τῆς Ἰταλίας, καὶ Πρίσκιλλαν γυναῖκα αὐτοῦ, διὰ τὸ διατεταχέναι Κλαύδιον χωρίζεσθαι πάντας τοὺς Ἰουδαίους ἀπὸ τῆς Ῥώμης, προσῆλθεν αὐτοῖς·— (Actes des Apôtres, 18,2)
    • Ὁ δὲ Παῦλος ἔτι προσμείνας ἡμέρας ἱκανάς, τοῖς ἀδελφοῖς ἀποταξάμενος ἐξέπλει εἰς τὴν Συρίαν, καὶ σὺν αὐτῷ Πρίσκιλλα καὶ Ἀκύλας, κειράμενος ἐν Κεγχρεαῖς τὴν κεφαλήν· εἶχεν γὰρ εὐχήν.— (Actes des Apôtres, 18, 18)
    • οὗτός τε ἤρξατο παρρησιάζεσθαι ἐν τῇ συναγωγῇ. ἀκούσαντες δὲ αὐτοῦ Πρίσκιλλα καὶ Ἀκύλας προσελάβοντο αὐτόν, καὶ ἀκριβέστερον αὐτῷ ἐξέθεντο τὴν ὁδὸν τοῦ θεοῦ.— (Actes des Apôtres, 18, 26)

Synonymes[modifier le wikicode]