αντισυνταγματικότητα
Grec[modifier le wikicode]
Étymologie[modifier le wikicode]
- Dérivé de αντισυνταγματικός, avec le suffixe -ότητα.
Nom commun [modifier le wikicode]
Cas | Singulier | Pluriel | ||
---|---|---|---|---|
Nominatif | η | αντισυνταγματικότητα | οι | αντισυνταγματικότητες |
Génitif | της | αντισυνταγματικότητας | των | αντισυνταγματικοτήτων |
Accusatif | τη(ν) | αντισυνταγματικότητα | τις | αντισυνταγματικότητες |
Vocatif | αντισυνταγματικότητα | αντισυνταγματικότητες |
αντισυνταγματικότητα, antisintagmatikótita \Prononciation ?\ féminin
- Inconstitutionnalité.
- Exemple d’utilisation manquant. (Ajouter)
Apparentés étymologiques[modifier le wikicode]
Références[modifier le wikicode]
- Λεξικό της κοινής νεοελληνικής, Fondation Manolis Triantafyllidis, 1998 (αντισυνταγματικότητα)