διαιώνιση
Grec[modifier le wikicode]
Étymologie[modifier le wikicode]
Nom commun [modifier le wikicode]
Cas | Singulier | Pluriel | ||
---|---|---|---|---|
Nominatif | η | διαιώνιση | οι | διαιωνίσεις |
Génitif | της | διαιώνισης διαιωνίσεως |
των | διαιωνίσεων |
Accusatif | τη(ν) | διαιώνιση | τις | διαιωνίσεις |
Vocatif | διαιώνιση | διαιωνίσεις |
διαιώνιση (diaiónisi) \Prononciation ?\ féminin