Aller au contenu

απομάκρυνση

Définition, traduction, prononciation, anagramme et synonyme sur le dictionnaire libre Wiktionnaire.
Mot dérivé de απομακρύνω, apomakrýno, avec le suffixe -ση, -si.
Cas Singulier Pluriel
Nominatif η  απομάκρυνση οι  απομακρύνσεις
Génitif της  απομάκρυνσης
απομακρύνσεως
των  απομακρύνσεων
Accusatif τη(ν)  απομάκρυνση τις  απομακρύνσεις
Vocatif απομάκρυνση απομακρύνσεις

απομάκρυνση, apomákrinsi \Prononciation ?\ féminin

  1. Éloignement, action d’éloigner.