κυματοθραύστης
Grec[modifier le wikicode]
Nom commun [modifier le wikicode]
Cas | Singulier | Pluriel | ||
---|---|---|---|---|
Nominatif | ο | κυματοθραύστης | οι | κυματοθραύστες |
Génitif | του | κυματοθραύστη | των | κυματοθραυστών |
Accusatif | τον | κυματοθραύστη | τους | κυματοθραύστες |
Vocatif | κυματοθραύστη | κυματοθραύστες |
κυματοθραύστης (kimatothrávstis) \ci.ma.to.ˈθɾaf.stis\ masculin