υπερδιήθηση
Grec[modifier le wikicode]
Étymologie[modifier le wikicode]
Nom commun [modifier le wikicode]
Cas | Singulier | Pluriel | ||
---|---|---|---|---|
Nominatif | η | υπερδιήθηση | οι | υπερδιηθήσεις |
Génitif | της | υπερδιήθησης | των | υπερδιηθήσεων |
Accusatif | τη(ν) | υπερδιήθηση | τις | υπερδιηθήσεις |
Vocatif | υπερδιήθηση | υπερδιηθήσεις |
υπερδιήθηση (iperdhiíthisi) \i.pɛɾ.ði.ˈi.θi.si\ féminin