Aller au contenu

ερώτηση

Définition, traduction, prononciation, anagramme et synonyme sur le dictionnaire libre Wiktionnaire.
Du grec ancien ἐρώτησις, erôtêsis.
Cas Singulier Pluriel
Nominatif η  ερώτηση οι  ερωτήσεις
Génitif της  ερώτησης
ερωτήσεως
των  ερωτήσεων
Accusatif τη(ν)  ερώτηση τις  ερωτήσεις
Vocatif ερώτηση ερωτήσεις

ερώτηση, erótisi \ɛ.ˈɾɔ.ti.si\ féminin

  1. Question, interrogation, demande.

Apparentés étymologiques

[modifier le wikicode]

Références

[modifier le wikicode]
  • Λεξικό της κοινής νεοελληνικής, Fondation Manolis Triantafyllidis, 1998 (ερώτηση)