χιονόπτωση
Grec[modifier le wikicode]
Étymologie[modifier le wikicode]
Nom commun [modifier le wikicode]
Cas | Singulier | Pluriel | ||
---|---|---|---|---|
Nominatif | η | χιονόπτωση | οι | χιονοπτώσεις |
Génitif | της | χιονόπτωσης χιονοπτώσεως |
των | χιονοπτώσεων |
Accusatif | τη(ν) | χιονόπτωση | τις | χιονοπτώσεις |
Vocatif | χιονόπτωση | χιονοπτώσεις |
χιονόπτωση, khionóptosi \Prononciation ?\ féminin
- Chute de neige.
- Χιονοπτώσεις κυρίως στα ανατολικότερα τμήματα του νομού Λάρισας περιμένουμε τις επόμενες ώρες.
- Nous nous attendons à des chutes de neige dans l’est de la préfecture de Larissa dans les prochaines heures.
- Χιονοπτώσεις κυρίως στα ανατολικότερα τμήματα του νομού Λάρισας περιμένουμε τις επόμενες ώρες.
Références[modifier le wikicode]
- Λεξικό της κοινής νεοελληνικής, Fondation Manolis Triantafyllidis, 1998 (χιονόπτωση)